- αμπύκωμα
- ἀμπύκωμα, το (Α) [ἄμπυξ]ο ἄμπυξ.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ἀμπυκώμασιν — ἀμπύκωμα neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
άμπυξ — Όνομα μυθολογικών προσώπων. 1. Θεσσαλός, γιος του Τιτάρονα ή Τιταίρονα· τον σκότωσε o γιος του, μάντης Μόψος. 2. Θεσσαλός, πατέρας του Φήμιου, επώνυμου ήρωα των Φημιών στην Αρναία. 3. Πρόγονος του Πατρέα, επώνυμου ήρωα των Πατρών. 4. Πατέρας του… … Dictionary of Greek
κἀμπυκώμασι — ἀμπυκώμασι , ἀμπύκωμα neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)